Posts Tagged With: Γκράμσι

 
 

Κριτική της κουλουριστικής λογικής

του Frédéric Lordon, 7 Απριλίου 2021

(μετάφραση και σχόλια: από μένα)

Για να μην υπάρχει παρεξήγηση: η «κριτική» δεν πρέπει να γίνει εδώ αντιληπτή με την συνήθη έννοια της κρίσης («αυτό είναι κακό»). Όχι. Εδώ «κριτική» έχει την έννοια που της δίνει ο Καντ, ως η δραστηριότητα της λογικής η οποία διερωτάται σχετικά με τον εαυτό της, ειδικότερα στα πλαίσια της εξερεύνησης των όρων εφικτότητάς της. Ας θέσουμε εξαρχής το ουσιώδες: το «κουλουριστικό» είναι ένα μείζον γεγονός της εποχής μας (ΣτΜ: αποδίδω στα ελληνικά ως «κουλουριστικό» τον όρο «goraphique» που χρησιμοποιεί ο Lordon αναφερόμενος στην αντίστοιχη γαλλική ιστοσελίδα Gorafi [αναγραμματισμός του (Le) Figaro] που «δημοσιεύει» αντίστοιχου «(παρα)λογισμού» «ειδήσεις» με αυτές του «Κουλουριού» (http://www.tokoulouri.com/). Όλος ο κόσμος το διαισθάνεται. Διαθέτουμε όμως την αντίστοιχη έννοια; Τουλάχιστον, η σημερινή φιλοσοφία γνωρίζει το κατηγορικό απεριτίφ της: ο συλλογισμός πάνω στον κουλουριστικό.

Πώς αναγνωρίζουμε τον κουλουριστικό; Από το γεγονός ότι μας εισάγει σε μια περιοχή μη διαφοροποίησης. Υπάρχει κουλουριστικό κάθε φορά που, αντιμέτωπος με μια πολιτική δήλωση, δεν είσαι πλέον σε θέση να αποφασίσεις, να καταλάβεις, αν είναι πραγματική ή χονδροειδής παραποίηση με στόχο την αδρή καρικατούρα. Άρα, το κουλουριστικό αποτελεί όντως μια ιστορία πραγματικότητας και φαντασίας, ακριβέστερα πραγματικότητας η οποία είναι πλέον συστηματικά μπροστά, σε σχέση με την φαντασία. Είναι λοιπόν επίσης η ιστορία ενός κοινωνικού δράματος, δράματος της ερείπωσης μιας συντεχνίας, αυτής των σεναριογράφων και των χιουμοριστών, στους οποίους τα πρότυπα του σύμπαντός τους αντιτάσσουν αυθόρμητα, λόγω ενός έως τώρα βάσιμου μεθοδολογικού ανακλαστικού, ένα «Μάγκα, εδώ το βλέπεις πως παραείναι χοντρό», το οποίο αμέσως διαψεύδεται – ή επιβεβαιώνεται;- στην πραγματικότητα. Ακόμη κι η πιο έξαλλη φαντασία, ακόμη κι η πιο ξέφρενη δημιουργικότητα, δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τα πράγματα. Αναγνωρίζουμε το κουλουριστικό χάρη στο γεγονός ότι οι συνήθεις διασκεδαστές ακολουθούν τελευταίοι και καταϊδρωμένοι. Ο Μάης του 1968 καλούσε να έρθει η φαντασία στην εξουσία. Νά’την λοιπόν. Από την κορυφή του Κράτους πέφτουν τώρα, σαν καταρράκτης, ντανταϊσμοί πρωτόγνωρα τολμηροί. Το Κουλούρι δεν μπορεί να το ομολογήσει δημόσια, αλλά, το ίδιο, δεν τους προλαβαίνει.

Πειραματικό πρωτόκολλο

Ας δούμε ένα πειραματικό πρωτόκολλο για να εντοπίσουμε το κουλουριστικό στην πράξη: ένα τεστ κάπως παράδοξο βέβαια, εφόσον πετυχαίνει… αν αποτύχουν τα πειραματόζωα. Τους υποβάλλουμε λοιπόν δηλώσεις, ζητώντας τους να πουν κάθε φορά αν πρόκειται για «Κουλούρι» ή για πραγματικότητα. Ο αποπροσανατολισμός τους κι η ανικανότητά τους να διακρίνουν σωστά είναι τότε οι χαρακτηριστικοί δείκτες μιας «κουλουριστικής» ατμόσφαιρας.

Μπορεί να υποβληθεί ο καθένας στο τεστ, είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα χάσει. Για παράδειγμα, Κ(ουλουριστικό) ή Π(ραγματικότητα) (στο τέλος του άρθρου, θα βρείτε τις «σωστές» απαντήσεις):

  1. « Muriel Pénicaud (πρώην υποργός εργασίας στην Γαλλία): «Για να λαμβάνει κανείς το μερικό επίδομα ανεργίας, θα πρέπει πλέον να εργάζεται»
  2. «Η Muriel Pénicaud καλεί τους εργοδότες να «ανοίξουν τα τσάκρα τους» για καλύτερες προσλήψεις».
  3. «Η Muriel Pénicaud ζητά από τους εποχιακούς του θεάματος να βρουν μια πραγματική δουλειά»
  4. «Βουλευτής LREM (κόμμα του Μακρόν): «Ο διαλογισμός μπορεί να μειώσει τις ανισότητες στο σχολείο»
  5. «Ο Jean-Michel Blanquer (Γάλλος υπουργός παιδείας) υπόσχεται δυο πρόσθετους διδάσκοντες τον Σεπτέμβρη, στην περιοχή του Παρισιού»
  6. «Η κυβέρνηση ανακοινώνει την δημιουργία δεύτερου υπουργείου οικολογίας»
  7. «Οι τυφώνες φέτος είναι τόσοι πολλοί που ο ΟΗΕ εξάντλησε όλα τα διαθέσιμα ονόματα»
  8. «Το να κοιτάς τα όργανα της τάξης στα μάτια θα επισύρει πλέον ποινή φυλάκισης έξι μηνών»
  9. «Απομάκρυνση μεταναστών στο Παρίσι: Ο Stanislas Guérini (Γάλλος βουλευτής με το κόμμα του Μακρόν) υπερασπίζεται τον αρχηγό της αστυνομίας: «δεν υπάρχουν στοιχεία ότι έδωσε εντολή να (τους) κάνουν τρικλοποδιές”»
  10. «Gérald Darmanin (Γάλλος υπουργός εσωτερικών) : «Συγχαρητήρια στην εθνική χωροφυλακή που για 6η συνεχή χρονιά λαμβάνει το 1ο βραβείο σχέσεων με τους πελάτες στην κατηγορία «δημόσια υπηρεσία»»
  11. «Aurore Bergé (βουλευτής με το κόμμα του Μακρόν): «Ένας δημοσιογράφος που ερευνά και θέτει εν αμφιβόλω την κυβέρνηση: αυτό είναι μορφή αυτονομισμού»
  12. «Ο υπουργός δικαιοσύνης εγκαινιάζει το εφήμερο κατάστημα της Μάρκας Label PePs. Στο κατάστημα αυτό, αγοράζει κανείς υπεύθυνα και με αλληλεγγύη προϊόντα που φτιάχνονται στην φυλακή, κάτω από συνθήκες υπεύθυνες και συμπεριληπτικές (inclusive)»
  13. «Εμμανουέλ Μακρόν: Δεν υπήρξε ποτέ επιδημία κορονοϊού στην Γαλλία»
  14. «Εμμανουέλ Μακρόν: «Δεν υπάρχει αστυνομική βία» (1)

Πριν από λίγο καιρό, ένας χρηματιστής που είχε αποφασίσει να υπερβεί με τρόπους τουλάχιστον διασκεδαστικούς την ριζική αβεβαιότητα που παρουσιάζουν οι αγορές, ζητούσε από έναν χιμπαντζή να τραβήξει κλήρο, ή πετούσε βελάκια, για να επιλέξει τις επενδύσεις που θα έκανε. Ο καλόπιστος αναγνώστης πρέπει να παραδεχτεί πως  περιορίζεται σε παρόμοιες διαδικασίες απέναντι στο παραπάνω τεστ και να αναγνωρίσει πως κι εκείνος, όπως κι όλοι μας, έχει περάσει το σημείο «Κ». Πριν από λίγο καιρό, σχετικά με το περίφημο επεισόδιο της γονικής άδειας λόγω θανάτου παιδιού, μια καρικατούρα στο Canard enchaîné (γαλλική πολιτικο-σατιρική εφημερίδα), κάτω από τον τίτλο «Η Πενικώ επέδειξε συγκράτηση», έβαζε στο στόμα της υπουργού τα παρακάτω: «Στην αρχή σκεφτόμουν να προτείνω την κατάργηση της άδειας λόγω θανάτου τέκνου, δεδομένου ότι αν το παιδί πέθανε, δεν χρειάζεται πια να ασχολείσαι μαζί του». Δεν ξέρουμε πια πόσο αξίζει η ρήση «δεν ξέρεις ποτέ πότε έχεις πιάσει πάτο» αλλά ξέρουμε πως έχει γίνει απολύτως αληθοφανές. Ξέρουμε επίσης πως αν το κουλουριστικό είναι το μείζον γεγονός της εποχής μας -και, τώρα, το λέμε σχεδόν χωρίς να γελάμε- είναι διότι τοποθετήθηκε ακριβώς πάνω στο νευραλγικό σημείο της εποχής: την ξέφρενη, χωρίς όρια, χυδαιότητα των κυβερνώντων. Η οριστική ρήξη μεταξύ μιας ολιγαρχίας που τρελάθηκε και του υπόλοιπου της κοινωνίας εκδηλώνεται πρώτα στην γλώσσα. Σίγουρα, αυτή η λεκτική απόσχιση δεν γεννήθηκε σήμερα. Εδώ και καιρό θα θέλαμε να είμαστε σε κάποια γωνιά για να «τους» ακούμε να μιλούν κεκλισμένων των θυρών στο παλάτι την Ηλυσίων (το αντίστοιχο του «Μαξίμου») -απ’όπου είχαν διαρρεύσει, κατά λάθος, οι «ξεδοντιασμένοι»- ή στην rue de Passy (κεντρικό εμπορικό δρόμο του 16ου διαμερίσματος του Παρισιού, κάτι σαν Κολωνάκι…), να ακούμε τα λεγόμενα που μια πρόσφατη κοινωνιολογική έρευνα που δυστυχώς έμεινε στην αφάνεια, είχε την ιδέα να συλλέξει.

Απόσχιση και χυδαιότητα

Το καινούριο στην εποχή του Μακρόν, που τεκμηριώνεται σε όλους τους τομείς της παρουσίας του, είναι η οριστική κατάπτωση κάθε λογοκρισίας, η συντριπτική βασιλεία των προφανών του. Έως πρόσφατα, οι αστοί κατέβαλαν μερικές προσπάθειες για να κρύψουν τα αφοδεύματα της σκέψης τους. «Χάρη» στην άνεση του start-up έθνους (έτσι ονόμασε ο Μακρόν την Γαλλία πριν τις εκλογές που τον ανέδειξαν), δεν ντρέπονται πλέον για τίποτα. Ένας βουλευτής LREM (κόμμα του Μακρόν) που τον κακομεταχειρίστηκαν λίγο στο BFM [γαλλικό αντίστοιχο του Σκάι] (δυσκολεύεται κανείς να το πιστέψει αλλά, κάποια στιγμή, όλα είναι εφικτά) σχετικά με την «ελαφρά» δυσκολία που συνεπάγεται για τους γονείς το να τηλε-εργάζονται ενώ συγχρόνως ασχολούνται με το μεγάλωμα των παιδιών κατά την διάρκεια του λοκντάουν: Ο Bruno Questel δεν καταλαβαίνει την ερώτηση, δεν βλέπει πού είναι το πρόβλημα. Ένας γνωστός τουιτεράς και περιβόητος αριστερός (ο Rachid l’Instit), κάνει πως θέλει να τον βοηθήσει: «Λυπάμαι, αλλά [ο Questel] έχει δίκιο, μπορείς να τηλε-εργάζεσαι ενώ το παιδί σου είναι στο σπίτι. Αρκεί να το αφήσεις με το υπηρετικό προσωπικό του σπιτιού και να πας στο εξοχικό σου. Είναι θέμα οργάνωσης». Ας θυμηθούμε: Πώς αναγνωρίζουμε το κουλουριστικό; Από το γεγονός ότι οι συνήθεις στρατηγικές για ν’ανοίξουν τα μάτια δεν είναι πλέον αποτελεσματικές.  Ακόμη και τόνοι ειρωνείας δεν αρκούν. Μπορούμε να σπρώξουμε τα πράγματα όσο θέλουμε, δεν συμβαίνει πια τίποτε: ούτε σχόλιο, ούτε διόρθωση, ούτε καν μια ελαφρά αμηχανία, τίποτε. Απάντηση του Questel στην «λύση» του Rachid: « Ορίστε! ». Αλλά «Ορίστε» πρώτου βαθμού. Κυριολεκτικό. Δηλαδή, την βρήκαμε τη λύση. Η λέξη του προφανούς σε όλη της την γύμνια. Το υπηρετικό προσωπικό, το εξοχικό: μα, επιτέλους, είναι προφανές! Χρειάζεται οργάνωση, είναι απλό.

Το πρώτο σημάδι της απόσχισης των ολιγαρχών είναι το πέρασμα των κυρίαρχων σε μιαν άλλη οικονομική ηθική, διαφορετική από αυτήν του υπόλοιπου πληθυσμού. Τότε, οι κυρίαρχοι ρυθμίζουν την συμπεριφορά τους, και κυριαρχούν πάνω στις συμπεριφορές των άλλων, βάσει ενός συστήματος ηθικών σημείων αναφοράς τελείως ετερογενών, ακόμη και αντίθετων, με αυτά των κυριαρχούμενων. Αυτό, δεν μπορεί παρά να έχει πολύ άσχημο τέλος. Εξ άλλου, τελειώνει πολύ άσχημα: το γνωρίζουμε ήδη από το θέαμα μιας άλλης ηθικής κατάπτωσης, δυικής, συμπληρωματικής προς την προηγούμενη και, στην πραγματικότητα, αυστηρά απαραίτητης για την παραμονή των κυρίαρχων: το ηθικό ναυάγιο της αστυνομίας της οποίας η παρέμβαση έχει γίνει νευραλγικής σημασίας για το καθεστώς. Όταν ο Yves Lefebvre, εθνικός γραμματέας της συνδικαλιστικής μονάδας της αστυνομίας SGP-FO σχολιάζει στο κανάλι CNews τον ακρωτηριασμό ενός Κίτρινου Γιλέκου του οποίου το χέρι μόλις κόπηκε από μια χειροβομβίδα, με ένα «Είναι πολύ ωμό αλλά καλά να πάθει», βρισκόμαστε σε ένα κουλουριστικό σύμπαν, αλλά σε μια από τις περιοχές του που προκαλεί ελάχιστα το γέλιο. Ως προς το αντικείμενο και την εκφορά του λόγου, πρόκειται τυπικά για την ίδια ηθική απορρύθμιση, την ίδια χυδαιότητα με αυτήν του βουλευτή Questel ή της υπουργού Pénicaud, και πλέον, αυτά συνοδεύουν υποχρεωτικά το ένα το άλλο.

Συμπτώματα της οργανικής κρίσης

Ένας από εκείνους που δεν θα είχαν ξεγελαστεί από την αφενός απίστευτη κι αφετέρου φοβερή «φόδρα» του κουλουριστικού ως τελικό στάδιο ενός καθεστώτος σε κρίση, είναι ο Γκράμσι.  Φυσικά, δεν μπορούσε να προβλέψει ότι θα επικαλούνταν κανείς το άνοιγμα των τσάκρα στο όνομα της απασχόλησης, τον διαλογισμό για την μείωση των σχολικών ανισοτήτων ή το βραβείο της σχέσης με την πελατεία για την χωροφυλακή. Αυτά τα στολίδια όμως δεν είναι παρά χαρακτηριστικά εποχής που συμβαδίζουν με μια κατάσταση πολύ πιο θεμελιώδη της οποίας ο ίδιος έδωσε την έννοια: την οργανική κρίση. Απλός ορισμός: οργανική κρίση έχουμε όταν, στον όροφο της εξουσίας, όλα πάνε κατά διαόλου. 

Διότι, μεταξύ των «νοσηρών φαινομένων» που, σύμφωνα με την γνωστή διατύπωση του Γκράμσι, αφθονούν κατά το διάστημα εκείνο όπου το παλιό αργεί να πεθάνει και το νέο αργεί να εμφανιστεί, πρέπει να υπολογίσει κανείς την εμφάνιση προσωπικοτήτων ενός πρωτόγνωρου τύπου, απελευθερωμένων από τους κώδικες και τα πρότυπα που ίσχυαν μέχρι τότε και των οποίων η κυριαρχία χαλαρώνει μαζί με την διάλυση της παλαιάς τάξης. Η οργανική κρίση είναι η στιγμή εκείνη όπου ξαναγίνεται θεμιτό να θέσει κανείς το ερώτημα, που κανονικά είναι εξοβελιστέο, της ψυχικής προσωπικότητας, ακόμη ακόμη και της ψυχοπαθολογικής δομής των ηγετών, σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η κατακρήμνιση των παλιών προτύπων, κυριολεκτικά, απορρυθμίζει τις συμπεριφορές τους κι αφήνει ελεύθερες τις ορμές τους. Έτσι, η οργανική κρίση αναδιοργανώνει βαθιά τα δεδομένα της πολιτικής επιλογής: αρχίζει να προωθεί τους απορυθμισμένους. Τότε, ανοίγει η εποχή των παλαβών. Ο Σαρκοζί υπήρξε ο πρώτος εξ αυτών – εξαρθρωμένο σώμα και γλώσσα, μόνιμος εκνευρισμός. Αν ο Ολλάντ, ο οποίος εκλέχτηκε με την υπόσχεση της «φυσιολογικότητας», ήταν σαν μια στραβή κρέμα καραμελέ, ο Βαλς προσφέρθηκε να διατηρήσει την συνέχεια του παράφρονα, με αποτελέσματα τουλάχιστον επουσιώδη, αφού του οφείλουμε την μάλλον μόνιμη εγκατάσταση ενός νέου τομέα στο πολιτικό τοπίο: την αριστερά της άκρας δεξιάς.

Πρέπει όμως να παραδεχτούμε πως ο Μακρόν είναι από άλλη στόφα. Ελλείψει τεχνικής ανάλυσης, εξοπλισμένης με τις κατάλληλες κατηγορίες – ανάλυση που είναι επείγον να προτείνουν οι ειδικοί – μένουμε με την κοινή αίσθηση, ιδιαίτερη ασφαλή όμως, ότι ο Μακρόν είναι τρελός για δέσιμο. Δεν είναι τόσο η μεγαλομανία του, που είναι μια σχεδόν καλοήθης παθολογία σε αυτό το επίπεδο της πολιτικής, όσο η σχέση του με τις λέξεις που δεν παύει να προδίνει την ψυχική του απορρύθμιση. Κι αυτή είναι η διαίσθηση του κουλουριστικού – του οποίου η ουσιώδης μη διαφοροποίηση: είναι πραγματικό; είναι πλάκα; – μοιάζει με την ηχώ της ψυχικής μη διαφοροποίησης μεταξύ πραγματικότητας και φαντασμαγορίας των λέξεων στην οποία ο Μακρόν έχει εγκατασταθεί. Μες στο κεφάλι του Μακρόν, πράγματι, είναι δυνατόν να επικαλείσαι τις «ευτυχισμένες μέρες» ΚΑΙ να ξαναφέρνεις στο προσκήνιο το τέλος των συντάξεων, να αποθεώνεις το νοσηλευτικό προσωπικό ΚΑΙ να συνεχίζεις να καταργείς κλίνες (ΚΑΙ να τους σέρνεις στην δικαιοσύνη, όπως την νοσοκόμα που περιορίστηκε στο κωλοδάχτυλο για να εκφράσει την αηδία της απέναντι σ’αυτήν την προστυχιά), να υπόσχεσαι την ευγνωμοσύνη του έθνους σε «εκείνους που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή» ΚΑΙ να τους ετοιμάζεις σφαγή στον γαλλικό ΟΑΕΔ (για να μην αναφερθούμε στο μπόνους που δεν θα έρθει ποτέ), να διατηρείς μόνο ένα τρίτο των μέτρων που πρότεινε η συνέλευση των πολιτών για το κλίμα ΚΑΙ να έχεις ορκιστεί να τα μεταγράψεις όλα.

Σε αυτόν τον κόσμο όπου όλα γίνονται εφικτά είναι που το κουλουριστικό γίνεται εφικτό. Αν η κριτική της κουλουριστικής λογικής έπρεπε να επεκταθεί κατά την έννοια του Καντ, δηλαδή, κατά την έννοια της διερεύνησης των συνθηκών των δυνατοτήτων, ορίστε! Δηλώνουμε αθώοι: στην αρχή, επρόκειτο περί παρωδίας του πολιτικού που, ως τέτοια, καλούσε την παρωδία της φιλοσοφίας. Όμως, η πρώτη παρωδία είναι τόσο πραγματική που η δεύτερη, όπως και να’χει, γίνεται με την σειρά της παρωδία. Κι αυτό όχι χωρίς συνέπειες – αλλά, ποιος ξέρει, ίσως σωτήριες συνέπειες – εφόσον το κουλουριστικό, σοβαρά εκλαμβανόμενο σε φιλοσοφικό επίπεδο, έχει τουλάχιστον το προτέρημα να δείχνει αυτό που μένει από την «δημοκρατία» όταν οι σχέσεις μεταξύ των λέξεων και της πραγματικότητας έχουν αποδιαρθρωθεί σε τέτοιο βαθμό και, μαζί της, η ίδια η δυνατότητα συζήτησης. Όπως ο πυγμάχος Christophe Dettinger (που επιτέθηκε με μπουνιές σε αστυνομικούς που επιτίθεντο σε Κίτρινα Γιλέκα), η νοσοκόμα Farida είναι άξια θαυμασμού: μας δείχνει την μοναδική μορφή που μπορεί να λάβει η «συζήτηση» σε μια εποχή όπου οι όροι δυνατότητας της «συζήτησης» έχουν καταστραφεί συστηματικά, κουλουριστικά. Δεν μπορείς αξιοπρεπώς να δώσεις στον κόσμο την  εντολή να «συζητήσει» όταν εσύ ο ίδιος έχεις οργανώσεις την κατάλυση των εννοιών.

Καταρρεύσεις της ηγεμονικής γλώσσας

Πάντως, ο Γκράμσι είναι αυτός που απαντά στον Καντ – θα το πούμε, με προθέσεις κάπως πονηρές: το καλύτερο που διαθέτει ο υλισμός είναι η ιστορικοποίηση του υπερβατικού (3). Ο όρος εφικτότητας του κουλουριστικού είναι η οργανική κρίση. Αλλά ο ορισμός μέσω του «κατά διαόλου» ήταν ολίγον περιορισμένος. Οργανική κρίση υπάρχει όταν οι πολιτικοί και συμβολικοί θεσμοί δεν καταφέρνουν πια να «αναλάβουν» τις κοινωνικές εντάσεις ενός ξέφρενου καπιταλισμού. Ό,τι το συνεκτικό υπήρχε όφειλε πολλά στην δουλειά πολιτικών συμβιβασμών, θεσμικής σταθεροποίησης και στην ιδεολογική δουλειά: κρατάς τους κυριαρχούμενους ήσυχους κάνοντάς τους πολιτικές υποσχέσεις και διηγούμενός τους (ιδεολογικές) ιστορίες. Εν ολίγοις, με κυρίως φανταστικά μέσα, τα οποία βεβαίως λειτουργούν μέσα σε θεσμούς (κοινοβούλιο, παιδεία, ΜΜΕ, πολιτισμός, κλπ.), τα οποία ο Γκράμσι συγκέντρωσε στην κατηγορία της ηγεμονίας. Ενδιάμεση ανάμεσα στην ιδεολογία του Μαρξ και στο habitus του Bourdieu, η ηγεμονία συγκεντρώνει τα συμβολικά, θεσμικά και πολιτικά μέσα που βάζουν μέσα στο κεφάλι των κυριαρχούμενων μια εικόνα του κόσμου σύμφωνη με αυτήν των κυρίαρχων – και επιτρέπουν να υπάρξει μια αξιοθαύμαστη οικονομία της καταστολής για να κρατιούνται οι κυριαρχούμενοι στον «ίσιο δρόμο».

Το ηγεμονικό έργο είναι λοιπόν, πρώτ’απ’όλα, ένα έργο λόγου, ένα έργο πάνω στους τρόπους με τους οποίους μπορείς να δεις τα πράγματα, ένα έργο που υλοποιείται με και μέσω διατυπώσεων του λόγου. Είναι, συνεπώς, υπόθεση γλώσσας. Δεν υπάρχει ηγεμονία χωρίς ηγεμονική γλώσσα – που αναμασούν πολιτικοί, τεχνοκράτες, ειδικοί, εκδότες, απλοί δημοσιογράφοι που δεν ξέρουν τί λένε αλλά το λένε με φυσικότητα τέτοια που αποτελεί την καλύτερη εγγύηση πως αυτό που λένε είναι προφανές. Στην σημερινή ηγεμονική γλώσσα, ένα πρόσφατο λογοτεχνικό έργο έδωσε την ακριβέστερη ονομασία της: την LCN, με τον τρόπο του Klemperer, και για τους ίδιους «λατινικούς» λόγους με τον Klemperer, Lingua Capitalismi Neoliberalis – η Γλώσσα του Νεοφιλελεύθερου Καπιταλισμού. Όπως όλες οι γλώσσες της εξουσίας, είναι μια εκφυλισμένη γλώσσα: φτωχός μεταφορικός λόγος, φτωχές λέξεις, αυτόματα τμήματα λόγου. «Πρέπει να απελευθερώσουμε τις ενέργειες», «δεν μπορούμε να αφήσουμε το χρέος στα παιδιά μας», «οι δαπάνες συνθλίβουν τους επιχειρηματίες», «πρέπει να κρατήσουμε τα ταλέντα στη χώρα μας», «οι επιχειρήσεις δημιουργούν τις θέσεις απασχόλησης», «έχουμε πρόβλημα ανταγωνιστικότητας», «έχουμε πρόβλημα ευελιξίας», «έχουμε πρόβλημα ευκινησίας». Είναι η γλώσσα των διευθύνσεων ανθρώπινων πόρων και του BFM (ή του Σκάι, επί το ελληνικότερον), των ανώτατων κρατικών στελεχών, του Συνδέσμου Εργοδοτών, της μετριοπαθούς δεξιάς και της έξυπνης αριστεράς, του τύπου της αριστεράς της δεξιάς του οποίου μεγάλο μέρος των τίτλων συνεχίζει να εξάρει την σύνθεση.

Το να χρησιμοποιεί μια κυβέρνηση διεύθυνσης ανθρώπινων πόρων την γλώσσα των διευθύνσεων ανθρώπινων πόρων είναι μες στα πλαίσια της τάξης πραγμάτων.

Ο μακρονισμός δεν μπορούσε να χρησιμοποιεί διαφορετική γλώσσα. Με την διαφορά ότι ο μακρονισμός την έφτασε σε τέτοιο σημείο παραλογισμού, τόσο από δική του κίνηση όσο και κάτω από την πίεση των αναγκαιοτήτων της στιγμής: τις αναγκαιότητες της οργανικής κρίσης, για την ακρίβεια. Και το φαινόμενο σημαδεύεται πρώτα από το γεγονός ότι τα «ηγεμονικά προφανή» που, έως τώρα, μετέφερε ήρεμα η LCN αρχίζουν να εκτροχιάζονται. Έχουμε όλη την καλή διάθεση να δώσουμε χρόνο στον πλούτο να ρέει προς τα κάτω (trickle down economy), αλλά, τελικά, όχι, δεν θέλουμε. Θέλουμε ο μακρονισμός να είναι ένας προοδευτισμός, αλλά, όχι, τελικά δεν είναι παρά μια πάλη των τάξεων. Θέλουμε την ρήξη, αλλά, όχι, τελικά δεν θέλουμε, γιατί είναι μπαχαλάκηδες. Όταν ο πληθυσμός αρχίζει να μην καταπίνει αυτές τις γλωσσικές κομπίνες, τότε υπάρχει κίνδυνος στο ηγεμονικό σπίτι. Κι ανάγκη ανανέωσης των σχημάτων λόγου, των μορφών των δηλώσεων. Αλλά, αυτό το συνονθύλευμα ηλιθίων που επιμένει να θέλει να το αποκαλούν «ελίτ» (ή «άριστοι», επί το ελληνικότερον) δεν έχει το παραμικρό πνευματικό μέσο πέρα από το να ξαναλέει τα ίδια πράγματα σε χειρότερη έκδοση – με τρόπο πιο «επίκαιρο» (το «startup» έθνος του Μακρόν ή η Ελλάδα 2.0, επί το ελληνικότερον), πιο χονδροειδή, πιο βυθισμένο στα πρωτογενή προφανή (το «Ορίστε!» που αναφέραμε παραπάνω). Τότε, μοιραία, πιο τεράστια, σε πιο γελοία μορφή: σε αυτήν του κουλουριστικού.

Αρχίζουμε πλέον να προσδιορίζουμε την έννοια του κουλουριστικού: το κουλουριστικό είναι η κατάρρευση της ηγεμονικής γλώσσας του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού (η LCN) που βρίσκεται σε κατάσταση οργανικής κρίσης. Αναμφίβολα, η έννοια του κουλουριστικού είναι πολύ λιγότερο αστεία από το ίδιο το κουλουριστικό. Αληθεύει όμως επίσης το γεγονός ότι, καθώς υποσκάπτεται όπως και το υπόλοιπο της κοινωνίας, όλη η φιλοσοφία κλήθηκε να μελετήσει το κουλουριστικό φαινόμενο κι ότι είναι πλέον αμέτρητοι οι τίτλοι που θα μπορούσαμε να δώσουμε σε αυτήν την μελέτη: Απολογία του Κουλουριού, Μετακουλουριστικοί διαλογισμοί, Κουλουρο-πολιτική πραγματεία, Συμβολή στην κριτική της κουλουρισιτκής οικονομίας, ο Κόσμος ως χυδαιότητα και ως κουλουριστικοποίηση – κι ενδεχομένως, άλλοι πολλοί τίτλοι.  Ο μακρονισμός είναι ένας κουλουρισμός.

Frédéric Lordon

1 Λύση του τεστ με Κ για Κουλούρι και Π για πραγματικότητα: 1-Κ, 2 -Π, 3-Κ, 4-Π, 5-Κ, 6-Κ, 7-Π, 8-Κ, 9-Π, 10-Π, 11-Κ, 12-Π, 13-Κ, 14-Π. 3 Ο Καντ ονόμαζε «υπερβατικό» αυτό που έχει να κάνει με τους όρους εφικτότητας της άσκησης της λογικής. Θέτει όμως αυτούς τους όρους εφικτότητας μέσα στην «κατοχή», που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο πνεύμα, ενός αριθμού κατηγοριών (αναγκαιότητα, ενδεχόμενο, αιτιώδης σχέση, κλπ. – υπάρχουν δώδεκα), ένα είδος τυπικών προαπαιτούμενων που μπαίνουν σε λειτουργία σε κάθε πράξη γνώσης. Από την ίδια την φύση τους, οι κατηγορίες αυτές δίνουν στο υπερβατικό ένα χαρακτήρα ιδεαλισμού. Διατηρώντας την ιδέα ότι υπάρχουν όντως «πλαίσια» ή «σχήματα» που προηγούνται της δραστηριότητας της γνώσης, οι κοινωνικές επιστήμες (τουλάχιστον, ορισμένα από τα ρεύματά τους) αρνήθηκαν να τις τοποθετήσουν σε έναν ουρανό ιδεαλισμού και αναζήτησαν την προέλευσή τους μέσα στις ίδιες τις κοινωνίες. Από τον Marx στον Bourdieu, περνώντας απο τους Durkheim, Mauss ή Foucault, οι κοινωνικές επιστήμες εργάστηκαν λοιπόν για να «ιστορικοποιήσουν» και να  «αφαιρέσουν τον οικουμενικό χαρακτήρα» του υπερβατικού – να το ξαναφέρουν στην γη για να το καταστήσουν κάτι που παράγεται από τους ανθρώπους που ζουν σε κοινωνία.

Categories: Uncategorized | Ετικέτες: ,,,,,,,,, | Σχολιάστε

Δημιουργήστε ένα δωρεάν ιστότοπο ή ιστολόγιο στο WordPress.com.